Πόσο «φυσιολογικό» είναι το ότι συχνά μιλάμε μόνοι μας;
Πολύ συχνά γύρω μας συναντούμε ανθρώπους που κάνουν εξωτερικό μονόλογο, ακόμα και διάλογο με τον εαυτό τους. Αυτό είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό, τη στιγμή που όταν το κάνουν, αντιλαμβανόμαστε ότι μιλάμε (μιλούν) με τον εαυτό του (τους), και όχι με κάποιον άλλον που στην πραγματικότητα δεν είναι παρών. Αυτό είναι το «κλειδί», η λεπτή γραμμή ανάμεσα σε αυτό που ονομάζουμε «φυσιολογικό» και στο κλινικό: η συνειδητοποίηση ότι ο μόνος στον οποίον απευθυνόμαστε και μας απαντά είναι ο εαυτός μας.
Ποια ανάγκη μας ικανοποιεί;
Αρχικά, είναι ένας τρόπος να οργανώσουμε καλύτερα τις σκέψεις και τις εκκρεμότητές μας. Όπως κάποιοι είναι οπτικοί τύποι, και για να αντιληφθούν κάτι πρέπει να το γράψουν ή να το διαβάσουν, αντίστοιχα υπάρχουν κι εκείνοι που πρέπει να το βάλουν σε λέξεις και να το εκφράσουν δυνατά για να το καταλάβουν. Σε δεύτερο βέβαια επίπεδο, συμβαίνει ενδεχομένως γιατί αισθανόμαστε μοναξιά. Όταν δεν έχουμε κοντά μας ανθρώπους να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας, τις απορίες μας, τα άγχη μας, συχνά καταλήγουμε να μιλάμε μόνοι μας: μιλώντας δυνατά είναι σα να καταπολεμούμε τη μοναξιά μας.
Πότε αυτή η συνήθεια γίνεται εντονότερη;
Συνήθως μιλάμε μόνοι μας όταν έχει προηγηθεί πένθος ή απώλεια. Μέσω του εξωτερικού μονολόγου ή διαλόγου, ξορκίζουμε κατά κάποιον τρόπο την απώλεια του αγαπημένου μας. Έχει να κάνει περισσότερο με τις συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά στη ζωή μας, και όχι τόσο με την ηλικία, όπως πιστεύουν πολλοί – επιστημονικά τουλάχιστον δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο. Γι΄αυτό και είναι καλό να βλέπουμε ολόκληρο το κάδρο της ζωής ενός ανθρώπου, πριν βιαστούμε να βάλουμε ταμπέλες.